Σάββατο 22 Δεκεμβρίου 2012

Ναυαγοί σε ένα έρημο νησί....

Οι μαθητές και οι μαθήτριες της ΣΤ΄τάξης του 2ου Δημοτικού Σχολείου Πολυγύρου

O Χρήστος, o Νικόλας, o Κοσμάς, η Ελένη, η Στέλλα Δ., η Στέλλα Ε., ο Στέλιος, η Ελισάβετ, ο Θανάσης, η Άντζελα, ο Δημήτρης, ο Γιάννης, η Αναστασία, η Τατιάνα, η Δώρα, ο Αστέρης, ο Φράνκο, ο Νίκος, ο Χριστόφορος, η Αθανασία και η Ραφαηλία
θα σας ταξιδέψουν με τις αφηγήσεις τους σε ένα άγνωστο νησί.....
Καλό ταξίδι!!!




Πέρσι το καλοκαίρι οι μαθητές και οι μαθήτριες της ΣΤ΄ τάξης μαζί με τη δασκάλα τους την κυρία Μαρία, αποφάσισαν, να κάνουν διακοπές σ’ ένα νησί και θέλησαν να πάνε στη Χαβάη.
Πήραν μαζί τους πολλά ρούχα και πολλά είδη για τη θάλασσα. Φουσκωτή βάρκα, σωσίβια, βατραχοπέδιλα , μάσκες, μαγιό και άλλα.
shipΌλα τα παιδιά και η δασκάλα τους αποβιβάστηκαν στο πλοίο και ήταν πολύ ενθουσιασμένοι που θα πήγαιναν σ’ ένα άγνωστο, μα τόσο όμορφο μέρος. Στην αρχή γελούσαν, τραγουδούσαν, διασκέδαζαν, και απολάμβαναν το όμορφο ταξίδι τους.
Κάποια στιγμή όμως άρχισαν να ακούγονται κάτι περίεργοι θόρυβοι και το πλοίο άρχισε να κουνιέται...
Βγήκαν έξω στο κατάστρωμα και είδαν πως κάτι κουνούσε το πλοίο. Στην αρχή νόμιζαν πως ήταν ένα τεράστιο ψάρι, έπειτα όμως διέκριναν τα τεράστια βράχια που είχαν περικυκλώσει το πλοίο. titanic
Ξαφνικά το πλοίο είχε αρχίσει να βυθίζεται. Όλοι πανικοβλήθηκαν....

Σε μία στιγμή έπεσαν στη θάλασσα, αφού το πλοίο είχε γείρει. Αγχωμένοι και τρομαγμένοι όλοι τους, προσπαθούσαν να φύγουν μακριά από το πλοίο κολυμπώντας, όταν κομμάτια του βυθισμένου καραβιού έπεσαν πάνω τους.
Τότε όλα σκοτείνιασαν γύρω τους .....

Όταν ξύπνησαν βρισκόταν σε ένα φανταστικό μέρος. Παντού υπήρχαν φοίνικες και η άμμος ήταν απαλή. Το μέρος ήταν γεμάτο φυτά, όλων των ειδών και δεν υπήρχε ίχνος από ανθρώπινη μορφή ή κάτι που θα μπορούσε να καταπατήσει αυτή την απέραντη ομορφιά.

Σηκώθηκαν και άρχισαν να αγκαλιάζονται και να κλαίνε.... Έψαχναν τους φίλους τους και τους συμμαθητές τους τη δασκάλα τους, για να διαπιστώσουν αν ήταν όλοι εκεί και αν ήταν καλά στην υγεία τους! 
 
Δυστυχώς όμως τους έλειπε η κυρία Μαρία και ο συμμαθητής τους ο Θανάσης.... οι υπόλοιποι ήταν όλοι εκεί καλά και μόνο κάτι μικροτραυματισμούς είχαν....
Κοίταξαν τη θάλασσα που είχε ένα τόσο απαλό χρώμα, τόσο γαλήνιο και έκαναν όλοι το σταυρό τους που σώθηκαν και παρακάλεσαν το θεό να είναι καλά και αυτοί που έλειπαν .
Το χρώμα της Θάλασσας , δεν ήταν μπλε, αλλά ένα άλλο χρώμα που δεν μπορεί το ανθρώπινο στόμα να εξηγήσει. Ο ουρανός ήταν γαλάζιος, με πορτοκαλοκόκκινα σύννεφα. Ο ήλιος προχωρούσε προς τη Δύση.
Τότε ένιωσαν τόσο μόνοι και εγκαταλελειμμένοι, ένιωσαν πως ο κόσμος για αυτούς, θα τελείωνε εκεί.....
Ο θησαυρός του ναυαγίου....

Ο Χρήστος βρεγμένος όπως ήταν, καθόταν προβληματισμένος στην παραλία και το βλέμμα του χανόταν στον ορίζοντα της θάλασσας αναζητώντας τη χαμένη του ελπίδα που την πήρε το ναυάγιο......

Μέσα σ' αυτήν την απορία του για την άτυχη στιγμή άρχισε να διακρίνει κάτι στο βάθος εκεί που τα κύματα ανασηκώνονταν και σχημάτιζαν μικρούς λόφους σκουρόχρωμους.....
  • Παιδιά, παιδιά και άλλος ναυαγός στο πέλαγος!!! φώναξε και άρχισε να τρέχει και να βουτά στα κρύα νερά της θάλασσας. Μήπως είναι η κυρία τους, μήπως ο Θανάσης αναρωτήθηκαν όλοι τους....
  • Όταν βγήκε κρατούσε στα χέρια του μία βαλίτσα.
Όλοι μαζεύτηκαν και κοίταζαν το εύρημα του Χρήστου με αγωνία.....
Την άνοιξαν και βρέθηκαν μπροστά σ' ένα θησαυρό......

Μπλούζες πλεχτές, γυαλιά μυωπίας, φόρμες αθλητικές, πουκάμισα, ζώνες, σεντόνια, εσώρουχα, ένα μεταλλικό ποτηράκι, ξυριστικά μηχανήματα, μία οδοντόβουρτσα, ταξιδιωτικά έγγραφα και κάτω από όλα αυτά ένα μαχαίρι με διάφορα άλλα εξαρτήματα.....
Οι ίδιες σκέψεις περάσαν από το μυαλό όλων τους. Σίγουρα θα είναι από κάποιον που ταξίδευε μαζί τους στο καράβι και αμέσως όλοι άρχισαν να ψάχνουν τα ταξιδιωτικά έγγραφα μήπως κάτι ανακαλύψουν.
Μάταια όμως τα έψαχναν, όλα ήταν βρεγμένα και δεν μπορούσαν να διακρίνουν τι έγραφαν.
Ο Χριστόφορος περιεργαζόταν τα γυαλιά με τους χοντρούς φακούς. Δίπλα του στεκόταν και ο Γιάννης.
Για μια στιγμή ο Γιάννης φώναξε: “Παιδιά έχω μία ιδέα”, όλοι γύρισαν προς το μέρος του και τον κοίταξαν.
Ο Γιάννης ήρεμος αφού πήρε μια βαθιά ανάσα τους είπε:<<Για να μας ανακαλύψουν πρέπει να ανάψουμε μια φωτιά και με τον καπνό ίσως κάποιο αεροπλάνο ή ελικόπτερο να μας εντοπίσει. Δεν μπορώ να το πιστέψω ότι δεν θα μας ψάξουν.......
αλλά πρέπει και εμείς να τους βοηθήσουμε>>.
Πολύ καλή ιδέα είπαν όλοι μαζί και συμφώνησαν.....
Ο Χρήστος τότε σηκώθηκε όρθιος πήγε προς το μέρος του Χριστόφορου άρπαξε τα γυαλιά και είπε:<<Αυτά θα μας βοηθήσουν να ανάψουμε τη φωτιά...μαζέψτε γρήγορα ξερά φύλλα και ξύλα>>.
Η ιδέα του ήταν πολύ καλή και ενθουσιάστηκαν. Έτρεξαν προς την πλευρά του νησιού που είχε κάτι θάμνους και συγκέντρωσαν ότι ξερό βρήκαν, φύλλα, ξύλα και κουκουνάρια....
Τοποθέτησαν μερικά φύλλα ξερά και πάνω τους έβαλαν τους δύο φακούς που είχαν βγάλει από τα γυαλιά έτσι ώστε οι αχτίνες του ήλιου να πέφτουν στο κέντρο των φακών.
Το θαύμα έγινε..........
Ύστερα από λίγα λεπτά τα φύλλα άρχισαν να καπνίζουν και κάποιες μικρές σπίθες άρχισαν να βγαίνουν δειλά-δειλά μέσα από τα φύλλα.
Έριξαν λίγα ξύλα στη φωτιά και αμέσως ένας γκρίζος καπνός σε λίγο ανέβαινε προς τον ουρανό μεταφέροντας το μήνυμα τους ότι εδώ ζούμε εδώ βρισκόμαστε....
Τότε τα μάτια τους βούρκωσαν από χαρά και ελπίδα...”Σίγουρα θα μας βρουν, θα μας βοηθήσουν να ξαναγυρίσουμε στα σπίτια μας........” μονολογούσαν.
Ο Νικόλας δεν ήθελε να τον δουν να δακρύζει και προχώρησε λίγο πιο πέρα στην παραλία κλοτσώντας την άμμο με τα πόδια του.
Σκεφτόταν την οικογένεια του, την μητέρα του, τον πατέρα του, τις αδελφές του και έκανε διάφορες σκέψεις....Άραγε θα τους ξαναδώ αναρωτιόταν.......
Με αυτές τις σκέψεις δεν κατάλαβε πως έφτασε στην άκρη του κόλπου και πως είχε απομακρυνθεί αρκετά από τα υπόλοιπα παιδιά.


Λίγο πιο πέρα εκεί που κάποιοι φοίνικες σκίαζαν με τα φυλλώματα τους τα κύματα που έσκαγαν στην άμμο διέκρινε κάτι σαν να κουνιέται. Έτρεξε προς αυτό το μέρος και είδε να κουνιούνται πάνω στα κύματα κάτι σανίδες. Όρμησε και άρχισε να τις τραβά προς την παραλία αλλά ήταν πάρα πολλές.
Τότε έτρεξε προς το μέρος των παιδιών και άρχισε να ζητά βοήθεια.
Ο Δημήτρης με τον Κοσμά έφτασαν πρώτοι και τότε τους εξήγησε τι είδε.
Σαν αστραπή πέρασε από το μυαλό του Δημήτρη η ιδέα.
Να τις βγάλουμε όλες έξω να τις δέσουμε για να κάνουμε μία σχεδία είπε.
Ο Κοσμάς όμως τον συγκράτησε λέγοντας του <<Που θα πάμε με την σχεδία εδώ έχουμε να κάνουμε με ωκεανό και όχι με λίμνες και ποτάμια. Έχω μια καλύτερη ιδέα. Να φτιάξουμε μία καλύβα για να προφυλαχτούμε από τον ήλιο, την βροχή, τον άνεμο και από τα άγρια ζώα αν υπάρχουν στο νησί>>.
Ο Νίκος τους κοίταξε στα μάτια και κούνησε το κεφάλι του συγκαταβατικά συμφωνώντας με την ιδέα του Κοσμά.
Την ίδια ώρα έφτασαν και οι υπόλοιποι στο σημείο εκείνο και αφού τους εξήγησαν τι έγινε,στη συνέχεια κουβάλησαν όλες τις σανίδες στο τόπο που είχαν ανάψει τη φωτιά.
Η Δύση του ήλιου τους βρήκε όλους κατάκοπους, εξαντλημένους και νηστικούς να ξαπλώνουν πάνω στην άμμο συζητώντας και αναπολώντας τις οικογένειες τους.
Ο ύπνος σκέπαζε ένα-ένα τα βλέφαρα τους....


Η κατασκευή της Καλύβας



Την δεύτερη μέρα ο Κοσμάς και ο Δημήτρης αποφάσισαν να φτιάξουν μια καλύβα για να μείνουν αυτοί και η υπόλοιπη τάξη .
Με το πολυεργαλείο άρχισαν να φτιάχνουν καρφιά από μικρά ξυλάκια πήραν τις σανίδες που είχε βρει ο Νίκος και άρχισαν να σκάβουν και να βάζουν μέσα της σανίδες και να τις καλύπτουν με λάσπη .Όταν στέγνωσε η λάσπη άρχισαν καρφώνουν τις σανίδες που είχαν απομείνει στις σανίδες που ήταν μπηγμένες μέσα στο χώμα. Είχε αρχίσει να νυχτώνει και πεινούσαν.... Κάποια από τα παιδιά είχαν φέρει μερικά φρούτα, φάγανε και έπεσαν για ύπνο εξουθενωμένοι.
Την επομένη μέρα άρχισαν να κόβουν φύλλα από φοίνικες και καλάμια για να φτιάξουν την σκεπή, τότε συνειδητοποίησαν ότι χρειάζονται σκάλα, πήραν το πουλόβερ που είχε βρει ο Χρήστος και άρχισαν να το ξηλώνουν. Μετά από ώρα, όταν πια είχαν ξηλώσει το πουλόβερ πήραν μερικά λεπτά ξύλα , τα έσπασαν στις κατάλληλες διαστάσεις, τα έδεσαν μεταξύ τους και σε λίγο η σκάλα ήταν έτοιμη.Μόλις τέλειωσαν με την κατασκευή της σκάλας πήγαν να ξεκουραστούν και να φάνε.
Όταν τέλειωσαν το φαγητό πήραν τα φύλλα και τα καλάμια και ανέβηκαν στην σκάλα και άρχισαν την δουλειά. Πρώτα ισορρόπησαν τα καλάμια πάνω στις σανίδες και μετά έπλεξαν τα φύλλα με τα καλάμια και κατέβηκαν για να θαυμάσουν τι δουλειά που είχαν κάνει... Όμως υπήρχε μια ατέλεια δεν υπήρχε πόρτα τότε με τα λίγα καλάμια και τις κλωστές που τους είχαν περισσέψει έφτιαξαν μια πόρτα βάζοντας τα καλάμια στη σειρά και δένοντάς τα μεταξύ τους.
Όταν η καλύβα είχε πια κατασκευαστεί, αποφάσισαν να φτιάξουν όπλα και παγίδες. Πήραν δυο μεγάλα ξύλινα παλούκια και με το μαχαίρι που είχε το πολυεργαλείο τα ακόνισαν από τη μια τους πλευρά. Αυτά ήταν τα καλύτερα όπλα που μπορούσαν να φτιάξουν μέχρι τώρα. Άλλα με αυτά θα μπορούσαν να προστατευτούν και να σκοτώσουν ζώα για την τροφή τους. Ξεκίνησαν να φτιάχνουν τις παγίδες, έκαναν βαθιές τρύπες περίπου ενάμιση μέτρο έβγαιναν με τη σκάλα και κάλυπταν τη τρύπα με φύλλα και κλαδιά. Φτιάξανε τέσσερις παγίδες, τις δυο τις βάλανε την μια κοντά στην άλλη και τις άλλες δυο λίγο πιο πάνω από την καλύβα, και είπαν σε όλα τα παιδιά που ήταν μαζί, την τοποθεσία τους.

ΤΑ ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΑΝΑΖΗΤΟΥΝ ΤΡΟΦΗ...

Η Τατιάνα και η Ελένη αποφάσισαν να περπατήσουν μέσα στο δάσος μήπως και ανακαλύψουν κάτι για φαγητό.
Τα κλαδιά των δέντρων πλέκονταν μεταξύ τους και δεν τις άφηναν μεγάλα περιθώρια να περάσουν με αποτέλεσμα να αναγκάζονται πολλές φορές να σέρνονται κάτω στο χώμα και δίπλα από τους κορμούς των δέντρων.
Τα πουλιά στο πέρασμά τους τρόμαζαν και πετούσαν ψηλά.
Μετά από λίγη ώρα άκουσαν ένα παράξενο θόρυβο. Τρόμαξαν και κοίταζαν προς το μέρος που ερχόταν αυτός ο ήχος. Δύο μαϊμουδίτσες κρεμασμένες από τα κλαδιά των δέντρων,τραμπαλίζονταν και απολάμβαναν το φαγητό τους από τις μπανάνες που υπήρχαν.
 Τα ζωάκια μόλις αντιλήφθηκαν την παρουσία των κοριτσιών πήδηξαν τρομαγμένα στους κορμούς των άλλων δέντρων και απομακρύνθηκαν βγάζοντας διάφορες κραυγές.
 gibbon swinging  animation swinging monkey with banana  animation swinging monkey with banana  animation
Τα κορίτσια τότε δεν έχασαν καιρό πήγαν εκεί και άρχισαν να μαζεύουν όσα περισσότερα φρούτα μπορούσαν για να εξασφαλίσουν όχι μόνο γι' αυτές τρόφιμα αλλά και για τους άλλους τους συμμαθητές που ήταν θεονήστικοι.
Η Τατιάνα για μια στιγμή κοντοστάθηκε και είπε:
-Ελένη για να έχει τέτοια δέντρα εδώ και τόσο πυκνή βλάστηση πρέπει κάπου κοντά να υπάρχει και νερό.
-Σίγουρα κάτι τέτοιο θα συμβαίνει.... συμφώνησε και η Ελένη .
Πρέπει όμως να ψάξουμε.
Η αγωνία τους ήταν μεγάλη για την επιβίωσή τους χωρίς τροφές και νερό.
Οι μπανάνες που υπήρχαν σίγουρα θα τις βοηθούσαν αλλά έπρεπε να βρουν και νερό.
Μετέφεραν τις μπανάνες στην παραλία.
Η χαρά των συμμαθητών ήταν απερίγραπτη μόλις αντίκρισαν τα κορίτσια με γεμάτες τις μπλούζες σαν τα καγκουρό με τα μάρσιπο, να κουβαλάνε τις μπανάνες.
Η Ελένη όμως δεν μπορούσε να συγκρατήσει την σκέψη της Τατιάνας και έκανε νόημα στην Τατιάνα.
-Πάμε για να ξανακοιτάξουμε.
-Ναι! απάντησε η Τατιάνα και ξεκίνησαν για νέες ανακαλύψεις.
Περπατούσαν στο ίδιο μονοπάτι τραβώντας τα κλαδιά από εδώ και από εκεί και όμως τίποτε δεν υπήρχε.
Κάθισαν σε ένα ξέφωτο του δάσους για να πάρουν μερικές ανάσες.
Άκουγαν το τιτίβισμα των πουλιών και σκεφτόταν τις ωραίες στιγμές που ζούσαν μέσα στα δικά τους σπίτια με τους γονείς τους και τα αδέρφια τους.
Μακάρι να γυρνούσαμε και πάλι πίσω έλεγαν και ξανάλεγαν...
Ανασηκώνοντας το βλέμμα τους είδαν σαν κάτι να γυαλίζει στην απέναντι πλαγιά.
Σηκώθηκαν και άρχισαν να περπατάνε πιο γρήγορα για να φτάσουν σ' εκείνο το σημείο.
Τα πόδια τους πονούσαν,τα χέρια τους ήταν γρατσουνισμένα και τα μαλλιά τους γεμάτα αρμύρα από την θάλασσα, αλλά δεν υπολόγιζαν τίποτα.
Και να το θαύμα!

Όταν πλησίασαν αντίκρισαν ένα μικρό καταρράκτη. Τα νερά ήταν κρυστάλλινα και πέφτοντας από ψηλά σχημάτιζαν κάτι σαν αυλάκι ανάμεσα στην πυκνή φυλλωσιά των δέντρων.
Δεν άντεξαν όρμησαν μέσα στα νερά του και ρουφούσαν τις σταλαγματιές....
Όταν απόλαυσαν το φυσικό τους ντους και χόρτασαν νερό αποφάσισαν να γυρίσουν πίσω στην παραλία και να διηγηθούν στα παιδιά την ανακάλυψή τους.
-Σ' ευχαριστώ Θεούλη μου που βρήκαμε νερό, μονολογούσε η Τατιάνα!
-Σίγουρα δεν θα πεθάνουμε, έλεγε η Ελένη και έκλαιγε τώρα με δάκρυα χαράς!




Το περίεργο ψαράκι

Η Στέλλα και η Άντζελα απογοητευμένες με την κατάσταση που βρισκόταν σκεφτήκανε και αυτές να ψάξουν στο απέναντι λοφάκι μήπως και βρουν κάτι, για να βοηθήσουν και να προσφέρουν ότι μπορούσαν, αυτές τις τραγικές στιγμές ...
Τα κορίτσια ήθελαν να κλάψουν όμως συγκρατιόταν και δεν ήθελαν να τους δουν οι συμμαθητές τους σ΄αυτή την κατάσταση και απογοητευτούν και εκείνοι.
Πήραν λοιπόν το δρομάκι και αφού ανέβηκαν στο μικρό λοφάκι κάθισαν να ξεκουραστούν πάνω σε κάτι πλακουτσωτές πέτρες και ξέσπασαν σε κλάματα με λυγμούς ....
Η μία παρηγορούσε την άλλη λέγοντας πως “θα μας βρουν δε μπορεί να μας αφήσουν αβοήθητους εδώ..σίγουρα τώρα θα μας ψάχνουν όλοι....”
Σκουπίστηκαν τα δάκρυά τους που είχαν κάνει ρυάκια στα αρμυρισμένα μαγουλάκια τους και κατηφόρισαν το λοφάκι προς τη μεριά του δάσους.
Μόλις μπήκαν στο δάσος και προχώρησαν λίγο σε ένα ξέφωτο αντίκρισαν μια μικρή καταγάλανη λιμνούλα.

Αμέσως ξέχασαν τα βάσανά τους για άρχισαν να τρέχουν προς τα εκεί!
Φτάνοντας, πήραν νερό και έριξαν στο πρόσωπό τους για να δροσιστούν...
Τότε παρατήρησαν κάτι πολύ παράξενο να συμβαίνει.
 Ένα μικρό πανέμορφο μοβ ψαράκι, πέρασε ξυστά από δίπλα τους, τους ακούμπησε με την ουρά του και έκανε διάφορες κινήσεις μέσα στο νερό. Μια βουτούσε με το στόμα μέσα, μια τιναζόταν πάνω από την επιφάνεια της λίμνης και απομακρυνόταν, αλλά και πάλι ξαναγύριζε και έκανε παράξενους κύκλους σε κάποιο σημείο της λιμνούλας....
 diving fish animations 
Τα κορίτσια παρατηρούσαν για πολύ ώρα τις παράξενες κινήσεις του και προσπαθούσαν να καταλάβουν τι συμβαίνει.... κάτι ήθελε να τους πει, κάτι ήθελε να τους δείξει...
Η Άντζελα σκεφτόταν μήπως χάρηκε που είδε ανθρώπους για πρώτη του φορά και έκανε έτσι από τη χαρά του! Η Στέλλα όμως πιο αποφασιστική πλησίασε στο σημείο που έκανε κύκλους το ψαράκι και κοίταξε προσεκτικά το σημείο του νερού. Τότε κατάλαβε τι συνέβαινε!
Στο σημείο εκείνο υπήρχε ένα καλάθι βουτηγμένο μέσα στις λάσπες !Το τράβηξε, το έβγαλε και το ξέπλυνε με καθαρό νερό.
-Να τι ήθελε να μας δείξει το ψαράκι, φώναξε χαρούμενη προς την Άντζελα!
-Να το πάρουμε για να μαζέψουμε φρούτα απάντησε εκείνη!
Πήραν λοιπόν το καλάθι και αφού ευχαρίστησαν το ψαράκι αποφάσισαν να γυρίσουν στην παραλία που ήταν και τα άλλα παιδιά, γιατί θα ανησυχούσαν και εκείνα.
Καθώς γύριζαν ευχαριστημένες αντίκρισαν ένα δέντρο με καρύδες.
Αμέσως σκαρφάλωσαν πάνω του και άρχισαν να κόβουν μερικές για να γεμίσουν το καλάθι.
Όταν έφτασαν στην παραλία τα παιδιά ενθουσιάστηκαν για το εύρημά τους αλλά ποιο πολύ με τις καρύδες γιατί το στομάχι τους ήδη διαμαρτυρόταν...
Η Αθανασία που στεκόταν λίγο παραπέρα φοβισμένη και αυτή, βλέποντας το καλάθι με τις καρύδες της ήρθε μια σκέψη στο μυαλό.
Πήγε κοντά στο καλάθι και το παρατηρούσε προσεκτικά.
Η Στέλλα τότε την πλησίασε πήρε μια καρύδα και της την πρόσφερε για να την φάει γιατί σκέφτηκε μήπως ντρεπόταν να πάρει μόνη της.
Η Αθανασία όμως έφυγε τρέχοντας προς τους φοίνικες της παραλίας...
Όταν γύρισε κρατούσε στα χέρια της ένα μικρό πανέμορφο πανεράκι πλεγμένο από φύλλα πράσινα που είχε βρει στην περιοχή.
Τα παιδιά συγκινήθηκαν με την πράξη αυτή της Αθανασίας γιατί κατάλαβαν ότι στο δύσκολο αγώνα που είχαν, όλοι ήθελαν να προσφέρουν με οποιοδήποτε τρόπο μπορούσαν....

Το πανεράκι της Αθανασίας

To καλό προαίσθημα των κοριτσιών
Το καλό προαίσθημα που είχαν τα τρία κορίτσια η Κωνσταντίνα, η Στέλλα και η Δώρα δεν κράτησε για πολύ. Τελικά υπερίσχυσε ο φόβος και η ανησυχία των κοριτσιών για την Κυρία Μαρία και τον συμμαθητή τους τον Θανάση. Άραγε που να βρίσκονται;;;
  Τα μάτια της Κωνσταντίνας ήταν γεμάτα αγωνία. Η Στέλλα περπατούσε ανήσυχα στην αμμουδιά αναζητώντας μια λύση. Από τη δύσκολη θέση τους έβγαλε η ψυχραιμία της Δώρας που με αποφασιστικότητα φώναξε προς το μέρος τους.
<Κορίτσια ελάτε έχω ένα σχέδιο. Ας μην σπαταλάμε πολύτιμο χρόνο>.
  Σε λίγα λεπτά βρίσκονταν στην απέναντι πλευρά του νησιού. Πίσω από το δασάκι με την πυκνή βλάστηση είδανε κάτι να κουνιέται σαν ανθρώπινη μορφή. Χωρίς να διστάσουν τρέξανε προς το μέρος εκείνο. Με μεγάλη χαρά αντίκρισαν την Κυρία Μαρία. Δεν πίστευαν στα μάτια τους. Δάκρυα χαράς κυλούσαν από τα βλέφαρά τους, την αγκάλιαζαν την φιλούσαν και δε χόρταιναν να την κοιτάζουν. Όλοι μαζί αγκαλιάστηκαν και αποφάσισαν να γυρίσουν πίσω.
Στο μεταξύ ο Θανάσης, που όλοι νόμιζαν πως δεν τα είχε καταφέρει, προσπαθούσε να βρει κάτι να φάει. Δεν είχε πάθε τίποτε, απλώς τα κύματα τον έβγαλαν στην άλλη πλευρά του νησιού. Αφού βρήκε μερικά μάνγκο και έφαγε, αποφάσισε να εξερευνήσει το νησί μήπως βρει κάποιον συμμαθητή του. Η ζούγκλα ήταν περίεργη γιατί είχε παράξενα δένδρα και φυτά, που πρώτη φορά έβλεπε.
Ξαφνικά ο Θανάσης άκουσε έναν ασυνήθιστο θόρυβο να πλησιάζει σε αυτόν. Ήταν ένα μεγάλο πεινασμένο αγριογούρουνο, που ερχόταν με δύναμη καταπάνω του.  hog animation
Προσπάθησε να σκαρφαλώσει σε ένα δένδρο για να σωθεί. Όμως, για καλή του τύχη το αγριογούρουνο πιάστηκε σε μία παγίδα. ΄Όταν κατέβηκε από το δένδρο, είπε χαρούμενος:
-Πάλι καλά που δεν πιάστηκα και εγώ σε μία τέτοια παγίδα!
Αλλά όταν πήγε να απομακρυνθεί, βρέθηκε και αυτός στον αέρα πιασμένος σε ένα δίχτυ. Τρομαγμένος άρχισε να φωνάζει:
-Βοήθεια, βοήθεια, κάποιος να με κατεβάσει.
 Για καλή του τύχη εκείνη τη στιγμή, επέστρεφαν τα τρία κορίτσια μαζί με την δασκάλα τους και άκουσαν τις φωνές...
Στην αρχή δεν μπορούσαν να καταλάβουν ποιος φώναζε και τι έλεγε. Όσο όμως πλησίαζαν οι φωνές γινόταν όλο και πιο δυνατές....
Ξαφνικά ακούστηκε ένα ΜΠΑΜ! Και βλέπουν τον Θανάση να παλεύει με τα δίχτυα. Μετά από πολύ ώρα προσπάθειας κατάφεραν να τον ξεμπλέξουν.
Ο Θανάσης χαρούμενος που τον εντόπισαν και τον έσωσαν τις αγκάλιαζε και έλεγε συνέχεια <<είμαι πολύ τυχερός που με βρήκατε...>> μετά ρώτησε για τους άλλους συμμαθητές του για να μάθει τι απέγιναν...όταν του εξήγησαν ότι είναι όλοι καλά και βρίσκονται από την άλλη πλευρά του νησιού τότε ηρέμησε!
  Η ώρα κυλούσε σαν νερό και τότε συνειδητοποίησαν ότι είχε νυχτώσει. Όταν έφτασαν στην καλύβα βρήκαν τους υπολοίπους κατάκοπους από την κούραση και ζαρωμένους σε ένα σημείο της καλύβας να κοιμούνται.
Το βράδυ εκείνο τα τρία κορίτσια με την κυρία Μαρία και το Θανάση το πέρασαν στην παραλία διηγώντας τις περιπέτειες τους στη δασκάλα τους, και εκείνη τους άκουγε με μεγάλη προσοχή και ένιωθε πολύ χαρούμενη που ήταν όλοι τους καλά και βρισκόταν ανάμεσά τους. Αλλά και τα παιδιά ένιωθαν τώρα πολύ χαρούμενα και πολύ αισιόδοξα γιατί ήταν σίγουρα πως με την παρουσία της κυρίας τους θα αντιμετώπιζαν καλύτερα τις δυσκολίες της διαβίωσης μέχρι να τους βρουν και να επιστρέψουν πίσω στα σπίτια τους.
Τα τρία κορίτσια σκέφτηκαν να οργανώσουν ένα πάρτι για την επιστροφή της Κυρίας Μαρίας και του Θανάση.


  Πρωί-πρωί λοιπόν ετοίμασαν τα πράγματα για το πάρτι μέχρι που ξύπνησαν τα παιδιά και είδαν την Κυρία Μαρία και τον Θανάση και χάλασαν την έκπληξη. Χαρήκαν όμως τόσο πολύ που τους είδαν μετά από τόσο καιρό και επιτέλους ήταν όλοι μαζί…



ΤΟ ΨΑΡΕΜΑ
Η κυρία Μαρία τους οργάνωσε σε ομάδες και τους έδωσε πολύτιμες συμβουλές για να καταφέρουν να επιβιώσουν σ΄αυτό το νησί.
Άλλοι φρόντιζαν την καλύβα, κάποιοι πρόσεχαν τη φωτιά να μην σβήσει και κάποιοι άλλοι έπρεπε να βγουν στο ψάξιμο για αναζήτηση τροφής...
Τους έκανε μεγάλη εντύπωση όταν τους είπε η δασκάλα τους να ανοίξουν λακκούβες και να τις γεμίσουν με θαλασσινό νερό. Αναρωτήθηκαν τι της ήθελε...
Όταν όμως το έκαναν μετά από λίγες ημέρες διαπίστωσαν ότι δημιούργησαν μικρές αλυκές και όταν εξατμίστηκε το νερό, τότε μάζεψαν το αλάτι . Πολύτιμο υλικό, γιατί το χρησιμοποίησαν για τα φαγητά και για το πάστωμα των ψαριών και των κρεάτων ...
Τους εξήγησε ακόμη ότι ο οργανισμός τους χρειαζόταν περισσότερο αλάτι, τώρα το καλοκαίρι εξαιτίας του ιδρώτα που έχαναν γι αυτό και έπρεπε να το αναπληρώνουν.
Ο Νίκος, ο Στέλιος και ο Φράνκο ανέλαβαν το κυνήγι των ζώων και των πουλιών. Αμέσως κατασκεύασαν κοντάρια και παγίδες για τα ζώα και σφεντόνες για τα πουλιά.Έπρεπε να εξασφαλίσουν αρκετή τροφή....
 birds   animation

Ο Αστέρης και ο Γιάννης ανέλαβαν το ψάρεμα.

Έψαξαν να βρουν καλάμια και φυτά που να λυγίζουν εύκολα. Πήγαν στο βουνό βρήκαν ένα γέρικο κορμό και το διαμόρφωσαν σε σχήμα βάρκας με δύο κοφτερές πέτρες . Ο Γιάννης σκέφτηκε να σκάψει στην άμμο για να βρει σκουλήκια για δολώματα. Όλα ήταν έτοιμα το κανό, τα καλάμια τα δολώματα....
Δεν μπορείτε να σκεφτείτε όταν έπιασαν το πρώτο ψάρι τι χαρές που έκαναν! Το αποτέλεσμα ήταν να αναποδογυρίσει το κανό και να βουτήξουν στη θάλασσα.
Ευτυχώς που οι ψαριές ήταν καλές, γιατί έπιασαν αρκετά ψάρια, έτσι ώστε να μπορούν να φάνε και να χορτάσουν όλοι. Όσα περίσσευαν τα κορίτσια τα παστώνανε με μπόλικο αλάτι για να διατηρηθούν και για να έχουμε φαγητό τις ημέρες που δεν θα μπορούσαν να ψαρέψουν λόγω των καιρικών συνθηκών...


Μία ημέρα συνέβη κάτι το αναπάντεχο!
Εκεί που ψάρευαν άκουσαν κάτι σαν μηχανή του πλοίου. Η αγωνία τους ήταν μεγάλη...Δάκρυα κυλούσαν από τα μάτια τους και τα άνοιγαν όσο γίνεται και περισσότερο μήπως και το δούνε...
Στο βάθος του ορίζοντα διέκριναν κάτι σαν κουκκίδα. Άρχισαν τότε να κουνάνε τα χέρια τους και να φωνάζουν “βοήθεια, βοήθεια”!!! Ο Αστέρης σκέφτηκε να βγάλει την μπλούζα του, να την κρεμάσει στο καλάμι να την σηκώσει ψηλά για σινιάλο, μήπως και τους εντοπίσουν και τελειώσουν τα βάσανά τους...Όμως δε στάθηκαν τυχεροί!!!
boat animation
Το καράβι πέρασε μακριά και έφυγε χωρίς να τους καταλάβει.
Απογοητεύτηκαν, κάθισαν αμίλητοι στη βάρκα μέχρι το βράδυ...
Όταν επέστρεψαν στην καλύβα διηγήθηκαν στα παιδιά το συμβάν και τότε άρχισαν όλοι να κλαίνε και να αναζητούν τους δικούς τους.
Η κυρία Μαρία δάκρυσε και αυτή άραγε τι σκέψεις να έκανε κι' αυτή; Σίγουρα θα θυμήθηκε την οικογένειά της,τα παιδιά της και τον άνδρα της.
Μετά από λίγο σηκώθηκε σκούπισε τα μάτια της, χαμογέλασε και είπε:
Ε! πως κάνετε έτσι! Ωραία δεν περνάμε όλοι μαζί εδώ!
Καιρός για χορό και τραγούδι!
Διακοπές δεν ήρθαμε!
Το γλέντι στηνόταν με μιας και όλοι γελούσαν με τις τούμπες και τα ακροβατικά του Νίκου και τα αστεία και τα πειράγματα του Φράνκο και έτσι περνούσαν κάποια βράδια, ξεχνώντας τις αγωνίες και τους φόβους τους....
Οι εργασίες και η προσφορά του Χριστόφορου

Ο Χριστόφορος που μέχρι τώρα δεν είχε φανεί και πολύ χρήσιμος, αποφάσισε να βοηθήσει και αυτός στην επιβίωση τους στο νησί που ναυάγησαν, διότι αισθανόταν άχρηστος.
   sheep eating grass   animation lamb eating grass    animation  flock of sheep   animation  sheep   animationlamb baa sheep   animation pink lamb   animation  sheep   animationwhite sheep    animation
Ο Χριστόφορος λοιπόν έκανε μια βόλτα στο νησί για να βρει πως μπορεί να βοηθήσει, όταν ξαφνικά είδε αμέτρητα άγρια πρόβατα με πολύ πυκνό μαλλί. Κάθε πρόβατο είχε διαφορετικό χρώμα μαλλιού : άσπρο, καφέ, μαύρο & συνδυασμοί από αυτά τα χρώματα! Κάτι που τον ενθουσίασε πολύ, έτρεξε πίσω στην καλύβα για να κατασκευάσει δαυλούς και να τρομάξει τα πρόβατα για να έρθουν κοντά στο καταφύγιο των παιδιών. Ο Θανάσης τον είδε και τον ρώτησε τι χρειάζεται τους πυρσούς.
Αφού του απάντησε πήγαν μαζί να φέρουν τα ζώα στην καλύβα τους. Μόλις έφτασαν στα πρόβατα τα περικύκλωσαν και τα τρόμαξαν, ώσπου η μοναδική τους διαδρομή ήταν ο δρόμος για την καλύβα. Μετά από ατελείωτη σωματική αλλά και ψυχική κούραση ωρών γύρισαν πίσω. Εκεί ρώτησαν την κ. Μαρία για την επεξεργασία του μαλλιού.
Στη συνέχεια, ακολούθησαν πιστά τις εντολές της δασκάλας τους, δηλαδή πρώτα γύρισαν τα πρόβατα ανάποδα, τα έδεσαν από τα ποδαράκια τους, μετά χρησιμοποίησαν το πολυεργαλείο για να κόψουν το μαλλί σιγά και προσεχτικά.
(Ο Θανάσης τότε είχε φύγει διότι ο Κοσμάς του ζήτησε βοήθεια για μία παγίδα), μόνος πλέον αφού έκοψε το μαλλί πήγε να ζεστάνει λίγο νερό στην φωτιά για να το ξεπλύνει από τα μικρόβια, ώστε να μείνει καθαρό σαν βαμβάκι. Έπειτα, χρησιμοποίησε ένα άλλο μέρος του πολυεργαλείου που έμοιαζε με χτένα για να ισιώσει το “βαμβάκι” και να γίνει κλωστή, όπου τώρα θα μπορούσαν να το χρησιμοποιήσουν για να ράψουν ρούχα, κουβέρτες για να κοιμηθούν και διάφορα άλλα υφάσματα. Αφού τώρα είχε κουρέψει τα πρόβατα έπρεπε να τα λούζει μια-δυο φορές την εβδομάδα για να ξαναβγάλουν τρίχωμα σε ένα μήνα και να μπορεί να ξαναφέρει κλωστές και υφάσματα στους συμμαθητές του.
Οι ώρες περνούσαν και δεν κατάλαβε πως έφτασε το σούρουπο. Το αντιλήφθηκε όμως από τον πορτοκαλί δίσκο του ήλιου που πήγαινε προς τη δύση του και γύρισε πίσω στην στέγη του, όπου κάποιοι συμμαθητές του συζητούσαν τρομαγμένοι για τα άγρια ζώα που πιθανότατα ζούσαν κοντά τους, τότε μια φωνή ακούστηκε να λέει:
-Θα μπορούσαμε να ανάψουμε δαυλούς γιατί νομίζω ότι τους φοβούνται.
-Εγώ μαζί με τον Θανάση έχουμε ήδη κατασκευάσει!!!
Πετάχτηκε δυνατά ο Χριστόφορος.
-Ωραία, λοιπόν ας αρχίσουμε δουλειά! Είπε ο Αστέρης.
-Ναι, για να έχουμε το κεφάλι μας ήσυχο! Ακούστηκε ο Δημήτρης.
-Εγώ, παιδοδοντίατρος ήθελα να γίνω, προβατοδοντίατρο με βλέπω να γίνομαι! Ξεφώνισε η Ελισάβετ για να σπάσει τον πάγο.
 
Όλοι σκορπίστηκαν και κάρφωσαν πυρσούς γύρω από την καλύβα , στην ακτή, στα δέντρα που είχαν βρει φρούτα και σε όποιο άλλο μέρος είχανε εξερευνήσει.


Μετά από όλες αυτές τις άκρως κουραστικές ημέρες, ο Χριστόφορος το μόνο που ήθελε ήταν να καθίσει και να γευτεί τα πεντανόστιμα φρούτα που είχαν μαζέψει!

Ο ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΝΗΣΙΟΥ

Οι μέρες περνούσαν, άλλες όμορφα και άλλες δύσκολα , και πλησίαζαν τα Χριστούγεννα. Όλα τα παιδιά σκέφτονταν πως να ήταν οι οικογένειές τους τώρα.
Η κυρία Μαρία τους έδωσε μια καλή ιδέα. Να στολίσουν ένα δέντρο αναπολώντας στιγμές του παρελθόντος. 

   christmas tree animation 
Έτσι άρχισαν να διακοσμούν ένα δέντρο που υπήρχε δίπλα στην καλύβα τους, με φλούδες καρύδας και διάφορα, πολύχρωμα άνθη μεταφέροντας στην ψυχή και στο μυαλό τους το πνεύμα των Χριστουγέννων.
Η Αναστασία,η Ραφαηλία και η Ελισάβετ, έδωσαν στα υπόλοιπα παιδιά, μια ιδέα. Τους πρότειναν να μαζευτούν όλοι μαζί γύρω από το δέντρο και να τραγουδήσουν Χριστουγεννιάτικα τραγούδια. Ήταν ένα υπέροχο συναίσθημα που όλοι ένιωσαν μέσα από τα βάθη της καρδιάς τους. Τα δάκρυα κυλούσαν από τα μάτια τους και η αγωνία τους ήταν ζωγραφισμένη πάνω στα πρόσωπά τους. Καθώς οι μέρες περνούσαν,έφτασε η Πρωτοχρονιά. Όλοι κρατημένοι χέρι-χέρι,έκαναν μια ευχή , να τους βρουν οι γονείς τους. Τα παιδιά μάζεψαν πέτρες στην παραλία και σχημάτισαν με αυτές τη φράση:
ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟ ΤΟ ΝΕΟ ΕΤΟΣ

Μετά από λίγες ώρες σκέψης, είδαν να πετάει στον ουρανό ένα ελικόπτερο που ήταν ξεχωριστό από όλα τ΄άλλα. Αυτό το ελικόπτερο είχε στο πίσω μέρος του ένα πανί που έγραφε
<<Καλή Χρονιά>>

Aμέσως άρχισαν να κυματίζουν τα χέρια τους και να ρίχνουν ξύλα στη φωτιά για να την δυναμώσουν , έτσι ώστε να κάνει περισσότερο καπνό, για να μπορέσουν να τους εντοπίσουν. Τελικά όταν είδαν το ελικόπτερο να κατευθύνετε προς αυτούς, με δάκρυα χαράς, περίμεναν να προσγειωθεί. Μετά από λίγη ώρα, βγήκε από το ελικόπτερο ο Άι-Βασίλης.
Τους ρώτησε τι δώρα ήθελαν γι΄αυτή τη χρονιά, και αυτοί του απάντησαν πως ήθελαν με κάθε τρόπο να στείλει κάποιο πλοίο για να τους πάρει και να τους πάει στις οικογένειές τους.

Ο Άι-Βασίλης τους αποχαιρέτησε λέγοντας τους :
<<Καλή Χρονιά σε όλους και πάντα να είστε αισιόδοξοι....>>.
Όλοι τότε αγκαλιάστηκαν και περίμεναν με ανυπομονησία το πλοίο.
Πέρασαν αρκετές ώρες και άρχισαν όλοι να ανησυχούν. Απογοητευμένοι απομακρύνθηκαν από την παραλία όταν ξαφνικά...άκουσαν τον χαρμόσυνο ήχο ενός πλοίου. Τα μάτια τους έλαμψαν από χαρά και όλοι αγωνιούσαν να φτάσει το πλοίο στη στεριά.
Αποβιβάστηκαν στο πλοίο αποχαιρετώντας το νησί με ένα χαρούμενο τραγούδι.
Οι γονείς τους άλλα και οι ίδιοι περίμεναν να φτάσει η ώρα να ειδωθούν. 
Αν και...δεν άργησε η ανεπανάληπτη αυτή στιγμή. Το πλοίο έφτασε στο λιμάνι και με δάκρυα στα μάτια αγκάλιασαν τους γονείς τους. Αυτό το γεγονός δεν περιγραφόταν με τα λόγια αλλά με τα λόγια της καρδιάς τους..........!
Μετά από 15 ολόκληρα χρόνια,αφού ο καθένας πια είχε την δική του οικογένεια, αποφάσισαν να κλείσουν ραντεβού σ΄αυτό το υπέροχο νησί που πλέον ονομάζεται το
<<Νησί των ονείρων τους>>.

Δεν υπάρχουν σχόλια: