Τετάρτη 24 Δεκεμβρίου 2014

Τα ήθη και έθιμα των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων στον Πολύγυρο

25 Δεκεμβρίου 1935 - Πολύγυρος Χαλκιδικής
Τα Χριστούγεννα δεν είναι απλώς μια γιορτή σημαντική για τη χριστιανοσύνη και το ελληνισμό αλλά και για το λαϊκό μας πολιτισμό, μιας και συνοδεύεται από αρκετά έθιμα που είναι αναπόσπαστα δεμένα με αυτήν.

Στον Πολύγυρο υπάρχουν πολλά έθιμα σχετικά τόσο με τα Χριστούγεννα όσο και με την Πρωτοχρονιά αλλά και με τα Θεοφάνια.
 Προσπαθήσαμε λοιπόν, βασισμένοι στις αφηγήσεις των γονιών μας και των παππούδων μας να καταγράψουμε αυτή την τόσο σημαντική κληρονομιά, και σας τη παραθέτουμε παρακάτω....

Χριστουγεννιάτικα έθιμα


Η γιορτή των Χριστουγέννων με τα σχετικά έθιμά της αρχίζει και για τους Πολυγυρινούς  από την Παραμονή.
 Μεγάλοι και μικροί πλήρως απασχολημένοι: οι νοικοκυρές για να ετοιμάσουν το σπιτικό, να φτιάξουν τα γλυκά, να στολίσουν το δέντρο· οι νοικοκυραίοι για να ψωνίσουν, να βρουν το «χριστόξυλο», να τακτοποιήσουν τα ζώα· τα παιδιά όλο χαμόγελα από την ξενοιασιά των διακοπών, για τα δώρα που θα πάρουν και προπαντός για τον «παρά» που θα εισπράξουν λέγοντας τα κάλαντα. 
Στον Πολύγυρο τα κάλαντα ψάλλονται το πρωί της παραμονής των Χριστουγέννων. Τα τραγούδια που ακούγονται είναι το «Καλήν ημέραν άρχοντες» και το «Χριστούγεννα, Πρωτούγεννα».

ΚΑΛΑΝΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

Χριστούγεννα, πρωτούγεννα, 
πρώτη γιορτή του χρόνου.

Για βγείτε, δέστε, μάθετε:
πού ο Χριστός γεννάται;

Γεννάται κι ανατρέφεται
με μέλι και με γάλα.

Το μέλι τρών’ οι..... άρχοντες
το γάλα οι αφεντάδες!

Ανοίξτε τα κουτάκια σας,
τα κατακλειδωμένα,

και δώστε μας τον κόπο μας
απ’ το χρυσό πουγγί σας....

Τα κάλαντα καταλήγουν πάντα σε ευχές. Εκτός όμως των συνήθων ευχών, υπήρχαν και  ευχές που ήταν   πολύστιχες και ξεχωριστές για κάθε πρόσωπο του σπιτιού. 
Τα τραγούδια ψάλλονται με στόχο το φιλοδώρημα· επειδή δε το χρήμα (παράς ή μεταλλίκια) σπάνιζε, σύνηθες φιλοδώρημα ήταν:  καρύδια, σύκα,σταφίδες....και οι πιο πλούσιες νοικοκυρές έδιναν τα κλικούδια.
Αλλοίμονο πάντως, σε κείνους που θα αρνηθούν το φιλοδώρημα· τότε η ευχή γίνεται κατάρα:

i) Σ’ αυτό το σπίτι που ’ρθαμι
γιουμάτου καλιακούδια,
τα μ’σά κλουσσούν, τα μ’σά γιννούν
τα μ’σά σας βγάζ’ν τα μάτια.
ii) Ισένα πρέπ’, αφέντη μου, τρουβάς κι δεκανίκι,
να σι τραβούνι τα σκυλιά κι πέντι δέκα λύκοι.
iii) Κυρά μου, ο υγιόκας σου, ο νταρνταρουψειριάρης,
απού την ψείρα την πουλλή στουν τοίχου πάει κι ξιέτι.


Το χριστόψωμο
Το χριστόψωμο (ή χριστόψωμα ή χριστόπ’τα ή κ’στόπ’τα ή κλίκ΄ ή κ΄κλούρα ) είναι συνήθως σκέτο ψωμί που ψήνεται σε λαδωμένο ταψί. Στην επιφάνειά του φιλοτεχνούν με ζυμάρι, σταφίδες και ψίχες από καρύδι ή μύγδαλο, πλουμίδια, που παριστάνουν σταυρούς, κύκλους, άνθη. Σε κάποια χωριά χαράσσουν στο χριστόψωμο ένα κεντρικό σταυρό, σύροντας το πιρούνι σε δυο κάθετες τετραπλές γραμμές, (με τα τέσσερα δόντια του πιρουνιού)· αλλού πάλι, με δυο πιρούνια, που έχουν αντικρυστά τα δόντια, «τσιμπούν» το ζυμάρι, ανασηκώνοντάς το λίγο, και φτιάχνουν το σταυρό. Στο κέντρο του σταυρού τοποθετούν ένα άσπαστο καρύδι, ενώ στις κεραίες του τοποθετούν σύκα λιασμένα, σταφίδες κ.λ.π.
Μόλις βγει από το φούρνο, αλείφεται με λιωμένο μέλι ή ζαχαρόνερο, για να γλυκάνει το Χριστό· αλλού, το αλείφουν με κόκκινο γλυκό πιπέρι, για να «πάρει όψη».
Σε πολλά μέρη, στη χριστόπιτα μπαίνει και «παράς» (νόμισμα), όπως στη βασιλόπιτα.
Όταν νυχτώσει, συγκεντρώνεται όλη η οικογένεια γύρω από το σουφρά, όπου βρίσκεται το χριστόψωμο. Αφού θυμιάσει η νοικοκυρά όλο το σπίτι «για να φύγουν οι καρκατζαλοί», ο αρχηγός ή ο γεροντότερος της οικογένειας παίρνει το μαχαίρι,σταυρώνει τη χριστόπιτα τρεις φορές και ευχόμενος:
«καλώς μας ήρτι Χριστός! Να μας βουθήσ’! κι του χρόνου!»,
Κόβει φέτες: πρώτα για το Χριστό κι έπειτα κατά σειρά ηλικίας σε όλα τα μέλη της οικογένειας, ενώ δεν παραλείπει να βγάλει μερίδιο για το σπίτι, για τα ζώα, για τα χωράφια κ.λ.π.

Οι ασχολίες της νοικοκυράς
1. Να ολοκληρώσει το καθάρισμα του σπιτιού («ξεκουρνιάχτ’σμα», ξετίναγμα, «φουρκάλισμα», σφουγγάρισμα) και να το ευτρεπίσει (να βάλει τα «καλά στρουσίδια»).
2. Να φτιάξει το σαραγλί το σύμβολο της γλύκας της γιορτής. Το σαραγλί είναι «τυλιχτό» ή «μπακλαβωτό».
3.Η Πολυγυρινή νοικοκυρά θα ζυμώσει τα «σαλιάρια» και τα «φοινίκια». Για τα πρώτα (κάτι σαν τα σημερινά μελομακάρονα)
4.Να σφάξει την «αρνίθα» (όρνιθα) για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι και
     5. Να ετοιμάσει το νηστίσιμο δείπνο της Παραμονής: φασόλια παπούδια...
    Το «χριστόξυλο»
Στα χωριά της Χαλκιδικής, από τις παραμονές των εορτών ο νοικοκύρης ψάχνει στα χωράφια και διαλέγει το πιο όμορφο, το πιο γερό , το πιο χοντρό ξύλο από πεύκο ή ελιά και το πάει σπίτι του. Αυτό ονομάζεται Χριστόξυλο και είναι το ξύλο που θα καίει για όλο το δωδεκαήμερο των εορτών, από τα Χριστούγεννα μέχρι και τα Φώτα, στο τζάκι του σπιτιού. Η στάχτη των ξύλων αυτών προφύλασσε το σπίτι και τα χωράφια από κάθε κακό.
Πριν ο νοικοκύρης φέρει το Χριστόξυλο, κάθε νοικοκυρά φροντίζει να έχει καθαρίσει το σπίτι και με ιδιαίτερη προσοχή το τζάκι , ώστε να μη μείνει ούτε ίχνος από την παλιά στάχτη. Καθαρίζουν ακόμη και την καπνοδόχο, για να μή βρίσκουν πατήματα να κατέβουν οι καλικάντζαροι, τα κακά δαιμόνια, όπως λένε στα παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα παραμύθια.
Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων , όταν όλη η οικογένεια θα είναι μαζεμένη γύρω από το τζάκι , ο νοικοκύρης του σπιτιού ανάβει την καινούρια φωτιά και μπαίνει στην εστία το Χριστόξυλο. Σύμφωνα με τις παραδόσεις του λαού, καθώς καίγεται το Χριστόξυλο, ζεσταίνεται ο Χριστός στη φάτνη Του.

Σε κάθε σπιτικό, οι νοικοκυραίοι προσπαθούν το Χριστόξυλο να καίει μέχρι τα Φώτα. 
ΤΟ ΣΗΚΩΜΑ ΤΟΥ ΥΨΩΜΑΤΟΣ

Στον Πολύγυρο τα Χριστούγεννα (ή στη μνήμη κάποιου ιδιαιτέρως τιμώμενου αγίου) «σήκωναν Ύψωμα» στα σπίτια που γιόρταζαν.
Στα σπίτια γινόταν ως εξής: ερχόταν ο ιερέας μετά την απόλυση της Θ. Λειτουργίας. Στο «καλό» δωμάτιο του σπιτιού υπήρχε ήδη το τραπέζι με τα απαραίτητα: κεριά, θυμιατό, ένα πιάτο σταφίδες, ένα ποτήρι κρασί και η λειτουργιά (το πρόσφορο), που θα ύψωνε ο σπιτονοικοκύρης ή ο εορτάζων. Αφού ο ιερέας έβαζε «ευλογητός» και έλεγε το τροπάριο της γιορτής, γινόταν η ύψωση του πρόσφορου από τον οικοδεσπότη ή τον εορτάζοντα, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, ο οποίος επαναλάμβανε τρεις φορές τη φράση: «μέγα το όνομα της αγίας Τριάδος…». Ο ιερέας στη συνέχεια τεμάχιζε το πρόσφορο και το μοίραζε στους παρευρισκόμενους, οι οποίοι το έτρωγαν, αφού το βουτούσαν στο ποτήρι με το κρασί. Κατόπιν όλοι παρακάθονταν σε κοινό τραπέζι για το γεύμα.

Στα σπίτια των κτηνοτρόφων, όταν σήκωναν Ύψωμα την ημέρα των Χριστουγέννων, άνοιγαν και τα «δερμάτια» με το “κατίκι” το οποίο ήταν νοστιμότατο παρασκεύασμα. Μέρος από αυτό αποτελούσε και την αμοιβή του ιερέα που ευλογούσε το Ύψωμα.

  
Το σφάξιμο των γουρουνιών
Η γουρουνοχαρά είναι ένα έθιμο που έχει τις ρίζες του στα βάθη πολλών δεκαετιών.
Από παλιά οι περισσότερες οικογένειες συνήθιζαν να εκτρέφουν ένα γουρούνι, το οποίο έσφαζαν τη δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων. Γύρω από κάθε γουρούνι συγκεντρώνονταν συγγενείς και φίλοι , έψηναν και γλεντούσαν. 
Εκείνη ήταν η αγαπημένη μέρα τον παιδιών γιατί έπαιρναν τη φούσκα από το γουρούνι το φούσκωναν και έπαιζαν ποδόσφαιρο με τα ξαδέρφια τους.

Με το κρέας που περίσσευε, έφτιαχναν λουκάνικα, τσιγαρίδες ( κομμάτια χοιρινού με λίπος, τσιγαρισμένα), πλευραμές ( πλευρά χοιρινού στο αλάτι) και παστό (κομμάτια λίπους στο αλάτι).
Τα λουκάνικα τα έτρωγαν μετά τα φώτα, αφού περνούσε ο παπάς και τα αγίαζε.



Έθιμα Πρωτοχρονιάς στον Πολύγυρο


 Η Πρωτοχρονιά, περισσότερο γνωστή, τα' Αη-Βασιλιού, άρχισε να προετοιμάζεται από την παραμονή.
Μπροστά στο τζάκι, ανασκουμπωμένες η γιαγιά και η μαμά, έπιαναν τη μαγιά και στη συνέχεια ζύμωναν το ζυμάρι για τα κλίκια, γλυκαίνοντάς τα με λίγη ζάχαρη.
Στην αλευρωμένη τάβλα, τα καλοέπλαθαν κι έδειναν τα σχήματα που ήξεραν.
Αετούς, πουλιά και κρικέλες. Έναν ολόκληρο κόσμο, εμψυχωμένο πάνω στο ζυμάρι.
Και τα τηγάνιζαν σ' ένα ταψί γεμάτο με φρέσκο λάδι, από την πλούσια σοδιά των Πολυγυρινών.
Ακολουθούσε η διαδικασία της Αηβασλόπτας, του πτιαρ, όπως το έλεγαν. Το έπλαθαν στρογγυλό, κι έβαζαν μέσα τον παρά, ένα ασημένιο γρουσούδ, που του είχε μείνει ενθύμιο από την τουρκοκρατία.Και ύστερα το στόλιζαν με αμύγδαλα και το τηγάνιζαν στο τηγάνι.
Τα παιδιά ήταν όλο σχέδια για τη μέρα που ξημέρωνε.Με ποιους παρέα θα πουν τα κάλαντα.Τι ώρα θα ξεκινήσουν κι ακόμα σε ποια σπίτια θα πάνε να πουν και ποια κάλαντα θα πουν.
Βαριά χειμωνιά συνήθως. παγωμένοι οι δρόμοι. Ή άλλο χειρότερο, η λαπαβίτσα, το λιωμένο χιόνι.
Στις 4 και στις 5 η ώρα το πρωί, ανήμερα της Πρωτοχρονιάς άκουγες τις πρώτες φωνές από τα πιο μεγάλα παιδιά, με τον τρουβά στον ώμο για τα καρύδια, τα σύκα, τα ξυλοκέρατα, τα κάστανα και ένα κοντάρι στο χέρι που λεγόταν Τζουμάκα, για να περνούν σ' αυτό τα κλίκια που είχαν συνήθως σχήμα κρικέλας.Πήγαιναν πρώτα από τα γειτονικά σπίτια, για το ποδαρικό, χτυπούσαν με τις τζουμάκες τις πόρτες για το χαρούμενο ξύπνημα κι έλεγαν το τραγούδι:

Γινάρης ξημερώνει κι Άγιους Βασίλης έρχιτι
απ' την Καισαρεία.
Βαστάει εικόνα και χαρτί, χαρτί και καλαμάρι
του καλαμάρι έγραφει κι του χαρτί μιλούσι
Βασίλημ πόθεν έρχισι κι πόθεν κατεβαίνεις;
Από τη μάναμ έρχομαι και
στου Σκολιό πηγαίνω
Και σαν ήξερες γράμματα,
πες μας την Άλφα- Βήτα.
Και στο ραβδί ακούμπησε να πει την Άλφα-Βήτα
και το ραβδί ήταν χλωρό
και βλάστησε βλαστάρια
κι απάνω στα ξεβλάσταρα πέρδικες κατοικούσαν
χαμουπετάει η πέρδικα, χιμά η περιστέρα,
παίρνει νερό στα νύχια της κι χιόνι στα φτερά της
δροσί και το αφέντη μας,
δρουσί και την κυρά μας.
Σ' αυτό το σπίτι πού 'ρθαμε πέτρα να μη ραγίσει
κι ο νοικοκύρης του σπιτιού χίλια χρόνια να ζήσει
και να μας καλοκαρδίσει.

Άνοιγαν οι πόρτες κι εμφανίζονταν χαρούμενες νοικοκυρές και καλοκάρδιζαν τα παιδιά δίνοντάς τα ότι καλούδια είχαν στο σπίτι, καθώς και παράδες.
Κι ήταν όλα τα σπίτια στολισμένα, με την απέραντη ποικιλία της λαικής τέχνης και παράδοσης.

Ευχές. Κι απ' τα' χρόν μι υγεία,
να γίντι τρανά πιδιά, να' στι καλά.

Οι πιο νταήδες, οι δύσκολοι, αυτοί που δεν παρακαλούσαν έλεγαν λίγα λόγια για κάλαντα.
Θειά καλήμ καλημέρα
δομ θειά, του κλικ
να μη συ φαν οι λυκ

Και με το άνοιγμα της πόρτας, χώνονταν μέσα κι έτρεχαν κατ' ευθείαν στα τζάκια να πυρώσουν τα παγωμένα χέρια τους.
Όταν τα σπίτια άνοιγαν ήταν όλα καλά κι όλα χαρούμενα.Όταν όμως τα παιδιά τα έλεγαν άδικα και η πόρτα δεν άνοιγε το τραγούδι ήταν έτοιμο στα χείλη:

Σ' αυτού του σπίτι πούρθαμι
γιουμάτου καλιακούδια
τα μσά κλοσούν, τα μσά γινούν
τα μσά σας βγάζν τα μάτια.

Άρχιζαν από τα Ανήλια και συνέχιζαν στα Αλώνια, στα Γύφτκα, στα Κότσαλα, στις Φυλακές στου Λβάδ στις Εξ βρύσες και μετρούσαν τα κλίκια και κυρίως τα ζαχαρωτά κουλούρια, που σπάνια έδιναν τα πιο πλούσια σπίτια.Αλλά κυρίως, η μεγάλη χαρά ήταν οι δραχμές.
Τα μικρά παιδιά με τα καλαθάκια στα χέρια ξεκινούσαν να πουν τα δικά τους κάλαντα, που τους μάθαιναν οι γιαγιάδες.

Σήκου κυρά μου κι άνοιξει
την πόρτα την καρένια
έχω δυο λόγια να συ πω
γλυκά κι ζαχαρένια.
Του καλάθι μ' θελ' αυγά
κι η τσέπη μου καρύδια
κι του χρυσό μαντήλι μου
πιντ' έξι μιταλικά.

Ήταν και τα κάλαντα που μάθαιναν τα παιδιά στο σχολείο.Αυτά τα άκουγαν οι γιαγιάδες χωρίς να τα πολυκαταλαβαίνουν.

Νέον έτος αριθμεί
και του Χριστού η περιτομή
και η μνήμη του Αγίου Ιεράρχη Βασιλείου.
Του χρόνου μας καλή αρχή
και ο χριστός μας προσκαλεί
την κακίαν ν' αρνηθώμεν
με αρετάς να στολιστώμεν
Να ζώμεν βίον τέλειον, κατά το Ευαγγέλιον.
Με αγάπη με ειρήνη και με δικαιοσύνη.

Όταν ο κατάλογος με τα σπίτια έκλεινε, ήταν μεσημέρι. Στο σπίτι τους περίμενε το χαρούμενο τραπέζι όπου ο πατέρας έκοβε την Αηβασλόπτα, (του πτιαρ) για το καλό του χρόνου.Κι όποιος έπαιρνε τον παρά.Εκείνον το χρόνο θα ήταν ο τυχερός, ο προστάτης της οικογένειας. Η χαρά του παππού και της γιαγιάς, φέτος δεν θα πέθαιναν, αφού πήραν τον τυχερό παρά.
Τι θα αγόραζαν τα παιδιά με τις δραχμές που μάζεψαν; Οι ελλείψεις ήταν πολλές και οι επιθυμίες αμέτρητες.  

 ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ ΤΩΝ ΦΩΤΩΝ ΣΤΟΝ   ΠΟΛΥΓΥΡΟ

Η γιορτή των Φώτων γιορτάζονταν με μεγάλη λαμπρότητα στον Πολύγυρο. Ο αγιασμός των υδάτων γινόταν στη δεξαμενή πάνω από τις ''Εξι βρύσες'', όπου υπάρχει και η πηγή τους.Σήμερα δυστυχώς δεν υπάρχει πια.
Εκτός όμως από την εορταστική πλευρά την ημέρα των Φώτων την ακολουθούσαν διάφοροι μύθοι.Δεν πλένανε τα ρούχα από τη Πρωτοχρονιά μέχρι ν' αγιάσουν τα νερά για να μην πιάσουν τα μάγια και δεν λούζονταν για να μην πέσουν τα μαλλιά και πιάσουν πιτυρίδα. Νηστεύανε στις 5 Ιανουαρίου, ημέρα του Μεγάλου Αγιασμού των υδάτων γιατί ''πιρπατεί η παπάς''.
Δε γεύονταν τα νόστιμα λουκάνικα που ετοίμαζαν σε κάθε σπίτι και τα είχε λιμπιστικά κρεμασμένα για στέγνωμα στην ''κονταρίδα'' ένα μακρύ ξύλο ''αν δε τ' αγιάσ' η παπάς'' και για να είναι καλοφάγωτα.
Κι έβγαινε κάθε χρόνο, ο παπά Γιαννάκης, ο παπά Διονύσης, ο παπά Τίτος με την Αγιαστούρα και ''του μπακράτσ' μι τουν Αγιασμό'' και περνούσαν απ' όλα τα σπίτια. Όλες οι νοικοκυρές περίμεναν με κατάνυξη και σεβασμό ν' αγιάσει όλο το σπίτι για να φύγει η ''γρουσουζιά'' και να πάει καλά ''του βιος''.

 Οι μαθητές/μαθήτριες της Δ2 τάξης 
και η δασκάλα Πεύκου Μαρία   

Δεν υπάρχουν σχόλια: