Η Εκκλησία μας τιμάει στις 30 Ιανουαρίου τους τρεις μεγάλους Ιεράρχες:
Βασίλειο το Μέγα, Γρηγόριο το Θεολόγο και Ιωάννη το Χρυσόστομο. Τους
«τρεις μεγίστους φωστήρες της Τρισηλίου Θεότητος», που ορθόδοξα
ερμήνευσαν το Ευαγγέλιο του Χριστού, διέδωσαν το λόγο της χάριτος,
μελέτησαν τις ανθρώπινες επιστήμες σε μεγάλο βαθμό και πάλεψαν με όλες
τους τις δυνάμεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα: Πνευματικά, προσωπικά,
κοινωνικά, οικονομικά.
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ,
γεννήθηκε στην Νεοκαισάρεια του Πόντου, το 330 μ.Χ., αλλά μεγάλωσε... στην
Καισάρεια της Καππαδοκίας. Προερχόταν από πολύτεκνη και αγία
οικογένεια. Στην Κωνσταντινούπολη σπούδασε κοντά στον ξακουστό εθνικό
φιλόσοφο Λιβάνιο. Οι σπουδές του συνεχίστηκαν στην Νικομήδεια και την
Αθήνα, ενώ διέπρεψε και ως δικηγόρος για πέντε χρόνια στην Καισάρεια.
Υπήρξε σοφός και πολυγραφότατος. Γνώριζε καλά κάθε επιστήμη της εποχής
του. Βαπτίστηκε σε ηλικία 30 ετών, δημιούργησε τους κανόνες του
κοινοβιακού μοναχισμού, ασκήτεψε παρά τον Ίρι ποταμό μαζί με τον
Γρηγόριο το Ναζιανζηνό, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον Ευσέβιο
Καισαρείας, και μετά τον Μ. Αθανάσιο ήταν αυτός ο κύριος αντιμέτωπος των
οπαδών του Αρείου, οι οποίοι ηρνούντο τη θεότητα του Χριστού. Πολέμησε
τη φτώχια και αδικία, ευαισθητοποίησε τους πλουσίους υπέρ της
φιλανθρωπίας (ιδιαίτερα στην μεγάλη πείνα του 367-368) και δημιούργησε
τη Βασιλειάδα, μια πόλη-θαύμα ανθρωπιάς, δια της οποίας και μέσα στην
οποία διαβίωναν και τρέφονταν 30.000 πεινασμένοι, ορφανοί, ηλικιωμένοι,
ασθενείς και πονεμένοι άνθρωποι κάθε ηλικίας. Έτσι, η κοινωνική δράση
ξεκίνησε από την Εκκλησία και στη συνέχεια υιοθετήθηκε από τα διάφορα
κράτη. Στα 49 του χρόνια, μετά από ζωή εξαντλητικής νηστείας και
προσφοράς, έφυγε για την άνω Ιερουσαλήμ, στα τέλη του 378 μ.Χ.
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΝΑΖΙΑΝΖΗΝΟΣ,
γεννήθηκε το 329 μ.Χ. σε ένα χωριό (Αριανζό) κοντά στην Ναζιανζό της
Καππαδοκίας. Ονομάστηκε «μέγας» και «Θεολόγος» για την μεγάλη του
λογοτεχνική και εκκλησιαστική προσφορά, αλλά και για την αγιότητά του.
Μας άφησε 408 ποιήματα, 18.000 περίπου στίχων, μεγάλης ποιότητας και
μεγαλείου. Σπούδασε 13 ολόκληρα χρόνια (στην Καισάρεια Καππαδοκίας, στην
Καισάρεια Παλαιστίνης, στην Αλεξάνδρεια και την Αθήνα), τη φιλολογία,
τη φιλοσοφία, τα νομικά, την αριθμητική και γεωμετρία, τη μουσική.
Έμεινε ιστορική η φιλία του με τον Μ. Βασίλειο, ο οποίος μάλιστα τον
χειροτόνησε επίσκοπο Σασίμων στα 43 του χρόνια. Στον Ίρι ποταμό μελέτησε
βαθειά τη φύση, τον εαυτό του, τα έργα του Ωριγένη και την Αγία Γραφή.
Όταν η Κωνσταντινούπολη είχε πέσει στα χέρια των Αρειανών, εκφώνησε 5
Θεολογικούς Λόγους που έμειναν στην ιστορία, αν και κινδύνευε η ζωή του
από τις εχθρικές ενέργειες εναντίον του. Τα έβαλε ακόμη και με τους
νόμους της εποχής του που μείωναν την αξία και την ισότητα των γυναικών,
επειδή όπως κήρυττε, «άντρες οι νομοθετούντες, γι’ αυτό κατά των
γυναικών η νομοθεσία». Όταν ορισμένοι ζήλεψαν τη δόξα του και τον
φθόνησαν, δεν δίστασε να παραιτηθεί από αρχιεπίσκοπος
Κωνσταντινουπόλεως.
ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ,
γεννήθηκε στην σπουδαία και ιερή πόλη Αντιόχεια της Συρίας μεταξύ 344
και 354 μ.Χ. Η μητέρα του, Ανθούσα, επιμελήθηκε πολύ συνετά την ανατροφή
του μετά τον θάνατο του πατέρα του, όπως και ο Μ. Βασίλειος διέπρεψε με
τη βοήθεια της σωστής ανατροφής της μητέρας του Εμμέλειας. Έγινε ο πιο
σοφός της εποχής του, μόνασε στην Αντιόχεια, εξελίχθηκε σε ακαταπόνητο
κοινωνικό εργάτη και μοναδικό εκκλησιαστικό ρήτορα. Καθημερινά
συντηρούσε φιλανθρωπικά 3.000 άτομα, ενώ στην Κωνσταντινούπολη αργότερα
7.000! Σώζονται γύρω στις 1.000 ομιλίες του και τα έργα του στην
ερμηνεία της Αγίας Γραφής καλύπτουν πολλούς ογκώδεις τόμους. Αρχές του
398 μ.Χ. χειροτονήθηκε αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως. Επειδή ήταν
σταθερός και ευθύς στις απόψεις του, και δεν δίσταζε να ελέγχει προς
πάσα κατεύθυνση, ενόχλησε θρησκευτικούς και πολιτικούς παράγοντες, καθώς
και αρκετούς πλουσίους, τους οποίους έλεγχε για τη σκληρότητά τους.
Κατάφεραν μάλιστα να καθαιρεθεί αντικανονικά, ενώ ο λαός τον προστάτεψε
πολλές φορές για να μην πάθει το παραμικρό. Αν και επέστρεψε και
αποκαταστάθηκε πανηγυρικά από σύνοδο, εξορίστηκε εκ νέου, το 404 μ.Χ.
και υπέφερε καθ’ οδόν στα βάθη της Μ. Ασίας. Στα Κόμανα του Πόντου, το
407, στο ναό του Αγίου Βασιλίσκου, κοινώνησε για τελευταία φορά και
παρέδωσε το πνεύμα του στον Χριστό που τόσο αγάπησε, με τα λόγια «Δόξα
τω Θεώ πάντων ένεκεν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου